... Παρ` όλα `όμως αυτά, παρ` όλη τη μανία της τρικυμίας, παρ` όλο τον εκκωφαντικό κρότο των κυμάτων, που απειλητικά έσπαζαν στα πλευρά και τα καταστρώματα του αρματαγωγού, παρά τ` άγρια σφυρίγματα του μαινόμενου βοριά, που ανακατεμένα με το βόγγο των μηχανών και το τρίξιμο των σκαριών του καραβιού, έμοιαζαν σαν ουρλιαχτά του χάρου κι αντίλαλοι που έφταναν απ` το άμετρο βάθος της ίδιας της κόλασης, οι μισοπεθαμένοι φαντάροι φαίνονταν πως βασανίζονταν περισσότερο από μια άλλη τρικυμία. Από μια αόρατη τρικυμία που έδερνε πιο αμείλιχτα και πιο τυρρανικά τις ψυχές τους και τους ξέσκιζε την καρδιά, όσο η ώρα περνούσε κι όσο η φοβερή αλήθεια ξεσκεπαζόταν περισσότερο...