[. . .] Το Γαλάζιο Πουλί συνιστά μεγάλη τομή στο θεατρικό έργο του Μαίτερλινκ και ταυτόχρονα την κατάληξη μιας μακρόχρονης πορείας από τον πεσιμισμό των πρώτων του έργων, την οδυνηρή βίωση της αγωνίας της ανθρώπινης ύπαρξης, προς τη συμφιλίωση με τον κόσμο, τη συγκατάνευση στην τάξη του και τη βούληση να υπερβεί τον φαινομενικό παραλογισμό του. «Διαπίστωσα, γράφει ο ίδιος, πως η ευτυχία, η εμπιστοσύνη, η γαλήνη και η ασφάλεια, το αίσθημα και η βεβαιότητα ενός ψυχικού καταφύγιου, πάντα ανοιχτού, πάντα αμετακίνητου, εισχώρησε στη ζωή μου σε τέτοιο βαθμό ώστε ολόκληρος ο άξονας των σκέψεών μου να μετατοπιστεί προς την πλευρά του φωτός, που είναι ακριβώς η βούληση της ψυχής, κι εγώ, που τόσο υπήρξα ποτισμένος από την τυφλή δύναμη του πεπρωμένου, φτάνω να γράφω πράγματα όπου δεν μπορώ παρά να βεβαιώσω πως εσωτερικό πεπρωμένο δεν υπάρχει, δεν υπάρχει δράμα άφευκτο, και πως η ηθική μας μοίρα (η μόνη αληθινή) εξαρτάται αποκλειστικά από τη δύναμη της σοφίας που έχει κατασταλάξει μέσα μας». Το Γαλάζιο Πουλί αποτελεί την επιβεβαίωση αυτής της στάσης. Στο ταξίδι τους προς ανεύρεση του μαγικού πουλιού, ο Τιλτίλ και η Μιτίλ δεν περνούν από τις συνηθισμένες περιπέτειες του παραμυθιού. Δεν έχουν να αντιμετωπίσουν τη λάμια, το δράκο ή την κακιά μάγισσα. Το ταξίδι τους είναι μια περιπέτεια ηθική, μια μαθητεία, μέσα από μια σειρά αλληγορίες, στη σοφή ενατένιση του κόσμου. [. . .]
[Απόσπασμα από το κείμενο του προλόγου]