Όταν λιθοβολείται ο πολεοδόμος που ανέλαβε να λύσει το πρόβλημα μιας `ανθυγιεινής συνοικίας` που είχε ξεφυτρώσει παράνομα στα εδάφη της εταιρείας πετρελαίων Τεξάκο, η Μαρί-Σοφί υποχρεώνεται να του τραγουδήσει μια `φτωχή εποποιία`: τις ιστορίες που έζησαν όσοι βρέθηκαν `από κάτω από την Ιστορία`. Αντί για τις καθιερωμένες υποδιαιρέσεις, η ομιλία της ξεχωρίζει την εποχή του αχυροκάλαμου, του σανιδόξυλου, του ελενίτ, του μπετόν... Και ο `Αποτυπωτής του Λόγου` πασκίζει για να πετύχει το ακατόρθωτο: `να γράψει τη ζωή`.
`Η ιστορία και το μυθιστόρημα γίνονται ένα. Τα πρόσωπα του βιβλίου φωτίζουν τα πραγματικά άτομα. Ο Chamoiseau αποδίδει αξιοπρέπεια και μεγαλείο στους ανθρώπους εκείνους που συνήθως αντιμετωπίζονται με υπεροπτική περιφρόνηση ή κοροϊδευτική αδιαφορία. Πρόσωπα που δεν είχαν εμφανιστεί στην έως τώρα αντιλλέζικη λογοτεχνία, η οποία είχε αφοσιωθεί σε εγκώμια για τους Dessalines και Toussaint Louverture, τον Christophe, βασιλιά της Αϊτής, και άλλους νησιωτικούς Ναπολέοντες. Ο Εστερνόμ, η Σονόρ, ο Ιρενέ, η Μαρί-Σοφί, κάτοικοι του Τεξάκο, είναι ήρωες, αυθεντικοί ήρωες, στο μέτρο της επιθυμίας τους να ζήσουν και στο ύψος των ονείρων τους. Με το `Τεξάκο`, ο Patrick Chamoiseau τοποθετείται στην ίδια γραμμή με τους μεγάλους `αποτυπωτές` του λαϊκού λόγου, γραμμή που περιλαμβάνει ανθρώπους τόσο διαφορετικούς όπως ο βραζιλιάνος Jorge Amado, ο αιγύπτιος Naghib Mahfouz ή ο νιγηριανός Chinua Achebe - για τους οποίους η λογοτεχνία δεν είναι διόλου άσκηση ύφους ή ομφαλοσκοπική γραφομανία, αλλά η καλλιτεχνική απόδοση της ζωής και των ονείρων μιας ολόκληρης ανθρώπινης κοινότητας (...) Και, φυσικά, κάποιος Emile Zola τυχαίνει να είναι ο πρόγονος όλων αυτών`.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]