...Στην αρχαία ελληνική π.χ. είναι αρκετή η πτώση υγρού στα «πλόκος» (= πλόκαμος, βόστρυχος της κόμης), «πλέκω» (= συστρέφω, στρίβω), για να δημιουργηθούν οι λέξεις «πόκος» (= ακατέργαστο μαλλί προβάτου), «πέκω» (= χτενίζω, ξαίνω). Για την ορθότητα των συσχετίσεων μαρτυρεί και η νέα ελληνική με τους πλήρως αντιστοιχούντες τύπους της «πλοκάρι» (= μαλλιά για επεξεργασία), «ποκάρι» (= δέσμη μαλλιών γύρω στην ρόκα).
...Αν ρωτούσαμε έναν «συγχρονικό» αν οι λέξεις πλοκάρι και ποκάρι ανήκουν στην συγχρονία, θα απαντούσε καταφατικά, γιατί οι όροι φανερά συνυπάρχουν μέσα στο σύστημα της νέας ελληνικής. Είναι όμως φανερό επίσης ότι είναι και διαδοχικοί, δηλαδή το «ποκάρι» προήλθε εκ του `πλοκάρι` στα πλαίσια μιας διαδικασίας εξέλιξης που συντελέστηκε εν χρόνω, πράγμα που είναι κατά βάσιν η ουσία αυτού που ονομάζουμε διαχρονία. Αυτό θα σήμαινε μια αλληλοδιαπλοκή συγχρονικού και διαχρονικού που θέτει σε αμφισβήτηση τον αυστηρό, απόλυτο και δογματικό διαχωρισμό που κάνει ο Σωσσύρ.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]