Τα ελληνικά κεντήματα - δεν αναφέρομαι βέβαια στη σύγχρονη παραγωγή - εκφράζουν με απόλυτη πληρότητα έναν ολόκληρο κόσμο. Τον ελληνικό κόσμο που, μετά από την πτώση του Βυζαντίου και έως την συνταρακτική εποποιία του 1821, όταν ορίζεται τελεσίδικα η ανιούσα της πολιτιστική του πορείας, αναπλάθει τα δεδομένα της παλιότερης παράδοσης μέσα στο κρυστάλλωμα της νέας του φυσιογνωμίας: το ήθος και οι αξίες, το μέγεθος και οι αρετές, η ιδιομορφία της αισθαντικότητας, στοιχεία από το γενικότερο πνεύμα που διέπει τη μεγάλη αυτή ιστορική περίοδο, αποτυπωμένα χάρη στην υπομονή της γυναικείας ευαισθησίας. Για να δώσει ωστόσο κανείς σήμερα ένα κέντημα, ξεπερνώντας το επίπεδο του θαυμασμού για τη χειροτεχνική του τελειότητα, χρειάζεται έναν ανάλογα αυξημένο δείκτη ευαισθησίας. Τότε μόνο μπορεί να διαβάσει τους έμμεσα ιστορημένους πόθους και τις ευχές του ελληνικού λαού, τους αγώνες και τα οράματά του, τη σχέση του με τη θάλασσα και το και το ταξίδι, μια ομηρική διάθεση φυγής δεμένη με την προσδοκία της επιστροφής στο ανθισμένο περιβάλλον ενός φανταστικού χώρου. Πανάρχαια σύμβολα, ριζωμένα στην συλλογική μνήμη, αναβιώνουν εμψυχωμένα από μια δυνατή ερωτική πνοή, το λουλούδι, το καράβι, η ανθρώπινη μορφή, η τερατόμορφη ζωική παρουσία, η απειλή του κακού, η αποτροπαϊκή ευχή, ενθαρρυντικά κελαηδίσματα, ο ύμνος στην ευγονία. Οι αναφορές που περιέχουν τα διάφορα θέματα είναι αναγνωρίσιμες, διατυπωμένες με το στέρεο αισθητικό λεξιλόγιο της συλλογικής ζωής, με μια κρυστάλλινη διαύγεια και χωρίς ίχνος περιττής πολυλογίας ή συναισθηματισμού. [...]
Άγγελος Δεληβορριάς