Οι σύγχρονες εθνικές κυβερνήσεις αναζητούν άλλοθι για άφεση των αμαρτιών τους στους «μονόδρομους» που τις αδρανοποιούν, στα «αόρατα χέρια» που τις απαλλάσσουν των ευθυνών τους, στην «ανταγωνιστικότητα» που η επιδίωξή της δήθεν εξασφαλίζει την εθνική επιβίωση, στις «ιδιωτικοποιήσεις» που δήθεν αποτελούν πανάκεια, και σε ανάλογες λέξεις χωρίς ουσιαστικό περιεχόμενο που όμως ανήκουν στο οπλοστάσιο της πανίσχυρης και αποτελεσματικής παγκόσμιας προπαγάνδας. Ζούμε για το κέρδος, πεθαίνουμε για το κέρδος, δολοφονούμε, χωρίς συνέπειες, για το κέρδος, το ανταλλάσσουμε, αδίστακτα, με τη συνείδησή μας, τα όνειρα μας, τις ομορφιές της ζωής και την ψυχή μας. «Μονόδρομοι», «αόρατα χέρια», «δήθεν εμπιστοσύνη στην αυτορρυθμιζόμενη αγορά», «μάγοι και μάγισσες» κ.ο.κ. αποτελούν το οπλοστάσιο των «έξυπνων όπλων» της «παγκοσμιοποίησης». Το σύγχρονο κράτος δεν εξυπηρετεί το γενικό συμφέρον, αλλά προωθεί την αύξηση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων που ισοδυναμεί με υψηλότερα κέρδη, εκλαμβάνοντας προφανώς ως ανταποκρινόμενη στα πράγματα υπόθεση, της οποίας ουδέποτε αποδείχθηκε η ορθότητα: δηλαδή ότι το ατομικό συμφέρον συμπίπτει με το γενικό. Πρέπει, λοιπόν, οι λαοί να γνωρίζουν ποιοι είναι υπεύθυνοι για τα δεινά τους, αλλά και πως αυτά κάθε άλλο παρά «μονόδρομος» είναι. Ακριβώς, η διάχυτη πεποίθηση των λαών ότι ξαφνικά και ανατέλλοντος του 21ου αιώνα ολόκληρο το πάλαι ποτέ οπλοστάσιο της οικονομικής πολιτικής «μαρμάρωσε από το ραβδί μιας κακιάς μάγισσας» μπορεί να δικαιολογήσει τη στροφή τους προς άκρατο ατομισμό και ανασφάλεια. Η κρατική παρέμβαση, με κάποια μορφή και κατεύθυνση, ουδέποτε, διακόπτεται. Οι περί του αντιθέτου εξαγγελίες αποβλέπουν πάγια στην αποθάρρυνση των ανίσχυρων να ζητήσουν την κρατική προστασία, ενώ η φαινομενικά κρατική αδράνεια ευνοεί τους ισχυρούς. Η ενορχηστρωμένη, λοιπόν, επίθεση που εμφανίστηκε ταυτόχρονα σε όλες σχεδόν τις οικονομίες της υφηλίου, εναντίον του δημόσιου τομέα και των δημόσιων επιχειρήσεων, δεν εξηγείται με βάση πραγματικά γεγονότα, αλλά με βάση ιδεολογικές προτιμήσεις. Η μυθοπλαστική προπαγάνδα αποτελεί το μεγαλύτερο εμπόδιο, που ίσως αποδειχθεί και ανυπέρβλητο, για τη γενίκευση αντίδρασης εναντίον των εθνικών και διεθνών συνωμοσιών. Η ανταγωνιστικότητα, λοιπόν, αναδεικνύεται στον υπ` αριθμό 1 εχθρό των εργαζομένων, γιατί διαχωρίζεται από την παραγωγικότητα, που κατανέμεται μεταξύ του κεφαλαίου και της εργασίας, ενώ η ανταγωνιστικότητα δημιουργείται από τη μείωση του εργατικού μισθού προς όφελος του κεφαλαίου.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]