`...Οι δραματικές και κατά το πλείστον αδιαφανείς και δυσπροσδιόριστες ανακατατάξεις που συντελούνται σήμερα στην διεθνή σκηνή, στο πλαίσιο της `παγκοσμιοποίησης`, δεν αφήνουν περιθώρια για αναβλητικότητα, εφησυχασμό και θεσμικό ναρκισσισμό. Επιτάσσουν, αντίθετα, την μέγιστη δυνατή πολιτική ετοιμότητα και επαγρύπνηση, προκειμένου να επιτευχθούν οι κατάλληλες θεσμικές αντιστοιχήσεις, οι οποίες όχι μόνον είναι αναγκαίες αλλά έχουν ήδη καταστεί και επείγουσες για κάθε σύγχρονο Σύνταγμα... Με άλλα λόγια, τα προβλήματα και τα διλήμματα της σύγχρονης Δημοκρατίας, αφορούν -και διαπερνούν- εξ ορισμού το Σύνταγμα κατά την διαδικασία της αναθεώρησής του. Πολύ περισσότερο μάλιστα, όταν τα περισσότερα από αυτά όχι μόνον είναι καινοφανή, πολυποίκιλα και δυσεπίλυτα αλλά και οξύνονται οσημέραι με ρυθμό χιονοστιβάδας... Πράγματι, όταν τίθεται επί τάπητος το ζήτημα του ρόλου των εθνικών κρατών -και κατ` επέκταση της εθνικής κυριαρχίας- λόγω της συνεχούς, ανοιχτής και έντονης υπονόμευσης τους από τα παγκόσμια (θεσμικά και εξωθεσμικά) κέντρα ισχύος, ο ίδιος προβληματισμός αφορά προδήλως και τον ρόλο του εθνικού Συντάγματος καθεαυτό, ως θεσμικής αποτύπωσης αυτής της κυριαρχίας. Όταν η συνδυασμένη επίθεση των σημερινών μεταλλάξεων του αυταρχικού κρατισμού και των `διαπλεκόμενων` ιδιωτικών εξουσιών, ιδίως δε των ηλεκτρονικών ΜΜΕ, οδηγεί στην περιθωριοποίηση τον λαό και τους αντιπροσώπους του, υποκαθιστά την Βουλή και υπονομεύει την Δημοκρατία, όταν εμπορευματοποιούνται επιλεκτικά τα κοινωνικά αγαθά και οι δημόσιες υπηρεσίες, όταν αποδομείται το κράτος πρόνοιας και κλυδωνίζεται το κράτος δικαίου, όταν παλαιοί και προπαντός νέοι κίνδυνοι απειλούν τα ατομικά δικαιώματα, όταν σε τελευταία ανάλυση τίθενται εν αμφιβάλω οι θεμελιώδεις βάσεις και οι οδηγητικές αξίες της ισχύουσας συνταγματικής τάξης, ο αναθεωρητικός νομοθέτης δεν δικαιούται να τυρβάζει περί άλλα... Η συνταγματική αναθεώρηση, βέβαια, δεν μπορεί από μόνη της να αλλάξει την πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα. Σε κάθε περίπτωση, όμως, αποτελεί, τόσο επί της ουσίας όσο και σε συμβολικό επίπεδο, το σημείο αιχμής μιας συγκεκριμένης θεσμικής στρατηγικής και συνάμα το πεδίο στο οποίο δοκιμάζεται -και επιβεβαιώνεται ή μη- η πολιτική αξιοπιστία και η μεταρρυθμιστική προδιάθεση των πολιτικών δυνάμεων που την επιχειρούν. Η προσπάθεια, επομένως, για `συναινετική` ιδεολογική ουδετεροποίηση και νομικίστικη στεγανοποίηση του όλου διαβήματος, σε σχέση με τις πραγματικές πολιτικές προκλήσεις που το πολιορκούν, ουδόλως ανάγεται σε μια γνήσια ανησυχία για την `θεσμική μας παράδοση` και σε έναν ειλικρινή εγγυητισμό για τα συνταγματικά μας κεκτημένα, καθώς μάλιστα, στην πραγματικότητα, τα τελευταία είναι εκείνα που επιβάλλουν αλλαγές, προκειμένου να εξακολουθήσουν να είναι κεκτημένα... Εκείνο που υποκρύπτεται, εν κατακλείδι, υπό τον άχρωμο - τεχνοκρατικό και συναινετικό - μανδύα της τρέμουσας αναθεώρησης, είναι μια συγκεκριμένη πολιτική στάση, που επιλέγει να συγκαλύψει, να δικαιολογήσει και να φυγομαχήσει, αντί να αποκαλύψει, να αμφισβητήσει και να αναμετρηθεί...`.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]