Κατά τη διάρκεια μεγάλου μέρους του 20ου αιώνα οι αυτοκρατορίες θεωρούνταν από τους ιστορικούς και τους ειδικούς των πολιτικών επιστημών ως επαχθείς και καταπιεστικές δομές, και γι` αυτόν τον λόγο παρωχημένες. Η διάλυση των τελευταίων μεγάλων ευρωπαϊκών αυτοκρατοριών, της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας του Γερμανικού Έθνους, της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας και στη συνέχεια της Ρωσικής Αυτοκρατορίας φαινόταν να δικαιολογεί την άποψη αυτή. Το μέλλον ανήκε μόνο στα Έθνη-Κράτη. Η σύνδεση του όρου `αυτοκρατορία` (empire) με την έννοια του ιμπεριαλισμού το δεύτερο μισό του 20ου αιώνα, ενός ιμπεριαλισμού που κατήγγειλαν με σθένος οι διανοούμενοι και επομένως και ένας μεγάλος αριθμός ιστορικών, δεν μπορούσε παρά να οδηγήσει στην ηθική και πολιτική καταδίκη της αυτοκρατορίας ως δομής. Από τον αθηναϊκό στον αμερικανικό ιμπεριαλισμό ανιχνευόταν μια συνεχής γραμμή, έστω και αδικαιολόγητη, που έφερε εν σπέρματι την αμετάκλητη καταδίκη κάθε αυτοκρατορικής δομής, εξ` ορισμού επεκτατικής, η οποία κατά συνέπεια έχει ως σκοπό την ιμπεριαλιστική επέκταση.
Η αιφνίδια και βίαιη αφύπνιση των εθνικισμών σε μια Ευρώπη που πιστευόταν ότι είχε για πάντα θεραπευθεί από αυτή την ασθένεια της ταυτότητας - διάλυση της Ε.Σ.Σ.Δ., της Τσεχοσλοβακίας, της Γιουγκοσλαβίας, της Σερβίας -υποχρέωσε σε μια επανεξέταση της αληθινής φύσης των αυτοκρατοριών του παρελθόντος, ώστε να τεθεί το ερώτημα μήπως οι αυτοκρατορίες όχι μόνο δεν ήταν ένα είδος καταπιεστικής δομής, αλλά αντίθετα μπορούσαν να αποτελούν, χάρη στην έκτασή τους, στην ποικιλία πολιτισμών και θρησκειών, εκείνο το είδος του κράτους που έτρεφε τον μεγαλύτερο σεβασμό προς τις μειονότητες. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία δεν είχε κατορθώσει να διατηρήσει στους κόλπους της ισχυρές χριστιανικές μειονότητες, από τη Σερβία και την Ελλάδα ως την Αίγυπτο; Η Αυστροουγγρική Αυτοκρατορία δεν είχε μπορέσει να συνδέσει με ισότιμο τρόπο τις δύο βασικές εθνότητες που την αποτελούσαν, επιτρέποντας ταυτόχρονα σε Ιταλούς, Σλοβένους, Μοραβούς, Πολωνούς και άλλους Ρουθηνούς να έχουν την ιδιαίτερη κουλτούρα τους; Κοντολογίς γινόταν και πάλι αντιληπτό πως η πολιτική μορφή που οι ιστορικοί και οι πολιτικοί επιστήμονες ονόμαζαν `αυτοκρατορία` ίσως δεν είχε μόνο μειονεκτήματα.
Ο ιστορικός της Αρχαιότητας παρακολούθησε αυτές τις αντιπαραθέσεις και τις νέες διαπιστώσεις με ενδιαφέρον, αλλά και διασκεδάζοντας. Γιατί ο ειδικός της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, και πιο συγκεκριμένα ο ιστορικός που ασχολείται με το ελληνόφωνο τμήμα αυτής της αυτοκρατορίας, ήξερε εδώ και πολύ καιρό σε ποιο βαθμό το imperium (που οι Έλληνες ονομάζουν ηγεμονία) δεν ήταν συνώνυμο μόνο της καταπίεσης, του καταναγκασμού και της κυριαρχίας. Πώς αλλιώς θα ήταν δυνατόν να εξηγηθεί το ότι οι Έλληνες, υποταγμένοι στη Ρώμη, εύχονταν οι ίδιοι την διατήρηση `τω αιώνι της Ρωμαίων ηγεμονίας`; Μπορούμε βέβαια να επικαλεστούμε την εγγενή στους ηττημένους κολακεία, αλλά νομίζω πως έτσι θα διαπράτταμε ένα σοβαρό λάθος ως προς τη σημασία της ένταξης πολλών Ελλήνων στην Αυτοκρατορία της Ρώμης.
Η ρωμαϊκή Ανατολή, η οποία περιλαμβάνει όλες τις επαρχίες όπου η ελληνική ήταν η επικρατούσα γλώσσα επικοινωνίας, από τη Θράκη ως την Κυρηναϊκή, παρουσιάζει πρωταρχικό ενδιαφέρον για όποιον θέλει να καταλάβει πώς λειτουργεί η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. [...]
[Απόσπασμα από το κείμενο του προλόγου]