«Τριανταεφτά χρόνια μετά το πρώτο ποίημα που έγραψα, στις 24 Μαρτίου 1962, η θεά της ποίησης με εγκατέλειψε. (...) Χάνοντας την ποίηση, αισθάνθηκα μεγάλο κενό, φρικτή ορφάνια αλλά σίγουρα δεν τρόμαξα μήτε μ` έπιασε νεκρόδειπνος διάθεση. (...) Υπήρξα ποιητής, όπως υπήρξα αρχιτέκτονας. Δεν είμαι πια. Ο ορός του λευκού χαρτιού, η αγωνία του πρώτου στίχου, ο ιδρώτας της τεχνικής, η ανάμνηση ή η μνημοσύνη ποιημάτων άλλων ποιητών, η συγκίνηση της πρώτης ανάγνωσης σ` ερωμένη ή σε φίλο, θα απασχολούν τους παλαιούς μου συναδέλφους. Έχω αποξενωθεί. Η θεά της ποίησης μου αφαίρεσε την ικανότητα να γράφω ποιήματα, ευτυχώς όχι την ικανότητα να γοητεύομαι από ποιήματα, ως αναγνώστης όμως, όχι ως δημιουργός τους». (...)
[Απόσπασμα από το κείμενο του προλόγου]