Το πιο δύσκολο σ` αυτό το βιβλίο που έχω αποφασίσει ή, μάλλον, έχω υποχρεωθεί να γράψω είναι η εισαγωγή του.
Ήδη έχω ξεκινήσει αρκετές φορές και έχω σταματήσει άλλες τόσες, αφού, διαβάζοντας τις πρώτες γραμμές, και μάλιστα έχοντας χρησιμοποιήσει την προσφιλή σ` εμένα "μέθοδο του ασανσέρ", δεν έμεινα ικανοποιημένος ούτε από την ευλυγισία του γραπτού λόγου ούτε από τη σαφήνεια των νοημάτων.
Πιστεύω ότι αυτό που επιχειρώ να διαπράξω είναι πολύ δύσκολο. Ίσως είναι και ακατόρθωτο. Είμαι όμως υποχρεωμένος έτσι κι αλλιώς να το επιχειρήσω. Κανένας, άλλωστε, δεν μπορεί να ξεφύγει από τη μοίρα του, όπως είπαν και κάποιοι άλλοι Έλληνες, ίσως σοφότεροι από εμένα, πολύ πριν από εμένα, πράγμα το οποίο με κάνει να νιώθω προνομιούχος για τη γεωγραφική θέση της καταγωγής μου -και μόνο γι` αυτό-, αφού πιστεύω ότι τα ελεύθερα πνεύματα δεν έχουν πατρίδα αλλά προτιμήσεις.
Όπως έλεγα λοιπόν, αισθάνομαι εντελώς απροσδιόριστα, ασυνείδητα σχεδόν, αυτή την ανάγκη-υποχρέωση να εκθέσω όλα αυτά που χρόνια τώρα λαξεύουν σιγά σιγά το φαινομενικά ακατέργαστο μάρμαρο του είναι μου, δίνοντάς του μορφή σε άλλους αρεστή και σε άλλους όχι. [...]
(από την εισαγωγή του συγγραφέα)