Κάθε πόλη έχει τη δική της ώσμωση, και ιδιαίτερα ο Πειραιάς, με τη θαλάσσια ατμόσφαιρά του, και το λιμάνι ως κόμβο πολυπολιτισμικού κέντρου, που ο βιορυθμός του καθόρισε οριστικά και αμετάκλητα τη ζωή των δημοτών και ίσως ορισμένες φορές υπερκάλυψε τα επιμέρους μορφήματα της πόλης. Με μια ιστορική διαδρομή δύο σχεδόν εκατονταετιών, ο Πειραιάς είχε τη δυνατότητα να συγκεράσει τις διάφορες πολυμορφικές ταυτότητες των γηγενών και μη κατοίκων του, να συγκεφαλαιώσει τις πολυδοξίες ίσως της παράδοσής τους, να αξιοποιήσει τις αυτογενείς προτάσεις αισθητικής του και να μην αναλωθεί σε συβαριτικές περιπλανήσεις μιμητισμού άλλων χωρών. Η γενέθλιος πόλη μας αρχιτεκτόνισε τη φυσιογνωμία της με νομιμοποιητικούς μηχανισμούς ετερόκλητων τάσεων, κατόρθωσε με τις ισχνές αυτόχθονες δυνάμεις της, να μετασχηματίσει χωρίς να τις εκμηδενίσει, όλες εκείνες τις ισχυρές και καθοριστικές για τη ζωή των ανθρώπων χαρακτηριστικές προσλαμβάνουσες των ηθών και εθίμων, που οι άνθρωποι μετέφεραν μέσα στο σεντούκι της μνήμης τους μεταναστεύοντας στο νέο τους χώρο. Κάθε μεταναστευτική ομάδα από όποιο μέρος της Ελλάδας και αν προέρχονταν, αναδιευθετούσε τον Πειραϊκό χώρο σε οργάνωση και λειτουργία, επιτυγχάνοντας μια ομαλή θα λέγαμε πληθυσμιακή ανακατανομή που προέρχονταν όχι φορμαλιστικά ή διοικητικά εκ των άνω αλλά που πήγαζε από τις καθημερινές ανάγκες του νέου τρόπου ζωής. Το τοπίο οργανώθηκε από τα αντίθετά του συνθετικά στοιχεία μετασχηματισμού του που με αρκετή μάλλον ευκολία ξεπέρασαν τις αντιθέσεις τους, χωρίς να χάσουν τον υφολογικό τους χρωματισμό, και την λειτουργικότητα τους στη νέα τους πραγματικότητα. Χωροταξιακά ο Πειραιάς δεν είναι παρά μια στενή αν όχι στενάχωρη λουρίδα γης, ένα `πέταλο` (κάπως κακοτράχαλο, χωρίς πλούσια ενδοχώρα), που αγωνίζεται ιστορικά να απλωθεί στους όμορους μεταγενέστερους Δήμους. Και είναι στολισμένος με τα μικρά διαμαντάκια των νησιών του Σαρωνικού και των Κυκλάδων.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]