`(...) Δεν γίναμε πολύ στενοί φίλοι· στη διάρκεια των είκοσι πέντε χρόνων ξέραμε να κρατάμε τις αποστάσεις κι έτσι διατηρήσαμε τη στοργή και τη βαθιά εκτίμηση. Είναι αλήθεια πως ήταν βαρύς και δύσκολος, ευερέθιστος, οξύθυμος και ευάλωτος σε παιδαριώδεις θυμούς: ζούσε κακοδιάθετα και σχεδόν ανυπεράσπιστος.
Ήταν τρωτός και το ήξερε. Πολύ νωρίς, ίσως στην παιδική ηλικία ή στην εφηβεία πληγώθηκε και από τότε τον τσίμπαγε, όπως λέει και σε ένα του ποίημα, `ο ίσκιος από κείνα τ` αγκάθια, εκείνα τ` αγκάθια, ξέρετε τώρα...`. Οι αρετές του δεν ήταν του καθενός: ήξερε να φυλάει τα μυστικά· ήταν τίμιος και σταθερός· δεν ήταν χαφιές, μήτε κόλακας, μήτε ψεύτης· ήταν ντόμπρος. Αναφορικά με γνώμες και με γούστα -ηθικά, αισθητικά, σεξουαλικά- ήταν ακλόνητος, ακέραιος. Είχε τη φήμη αδιάλλακτου, γιατί στο χώρο της λογοτεχνίας βασιλεύει η διπροσωπία· στην πραγματικότητα ήταν αδιάφθορος. Είχε μια σπάνια ανικανότητα να συμβιβάζεται, ακόμη και με τον εαυτό του, σημάδι υψηλής αρετής - και επίσης, είναι αλήθεια, μοναχικής υπεροχής. Το πιο ξένο στο χαρακτήρα του; Η συγκατάβαση, η χαμέρπεια, η συνενοχή του χειροκροτητή, του οπαδού. Το πιο αντίθετο στην ισπανική μωρολογία, η καταφρονητική του επιφύλαξη· το πιο απόμακρο στη μεξικάνικη διπλωματία και προσποίηση, η ντομπροσύνη του. [...]