Η ιδέα για τη συγγραφή της παρούσης μονογραφίας οφείλεται στην ευγενική προτροπή του Καθηγητή Πασχάλη Μ. Κιτρομηλίδη, χωρίς την καθοδήγηση και τη συνδρομή του οποίου η σχετική έρευνα θα ήταν αδύνατο να ολοκληρωθεί. Οι συμβουλές του ήταν καθοριστικές για τον προσανατολισμό και την κατεύθυνση της έρευνας, καθώς και για την αναζήτηση και ανάλυση πηγών που παρέμεναν είτε απλησίαστες είτε αναξιοποίητες. Στα πλαίσια άλλων δραστηριοτήτων -περισσότερο προσανατολισμένων στην πράξη παρά στην έρευνα- και υπό την επήρρεια των γεγονότων που ξετυλίχθηκαν μετά την πτώση του τείχους του Βερολίνου στις χώρες της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, είχα ήδη κατευθυνθεί σε προβληματισμούς σχετικά με το ζήτημα της διαμόρφωσης των εθνικών συνειδήσεων στην περιοχή και ειδικά στη Βουλγαρία, όπου είχα την τύχη να εργαστώ (και να παρακολουθήσω εκ του σύνεγγυς το πολιτικό και κοινωνικό γίγνεσθαι) κατά την περίοδο 1996 - 2001.
Η ανά χείρας εργασία δεν είναι ούτε μια ιστορία του βουλγαρικού έθνους ούτε μια διατριβή πάνω στο βουλγαρικό εθνικό κίνημα κατά την περίοδο που συνηθίστηκε να ονομάζεται Βουλγαρική Παλιγγενεσία. Στόχος μου ήταν να απομονώσω και να αναλύσω την ιστορική στιγμή κατά την οποία άρχισε να αναδεικνύεται η νεώτερη βουλγαρική ταυτότητα. Πρόκειται για τη στιγμή της μετάβασης από την προνεωτερική, προεθνική εποχή (κατά την οποία κυριαρχούσε η Ορθόδοξη πίστη και ιδεολογία) προς την εποχή κατά την οποία άρχισαν να διαμορφώνονται οι παράμετροι της εθνικής ιδεολογίας και ετέθησαν οι βάσεις για τη διάπλαση της σύγχρονης βουλγαρικής ταυτότητας. [...]
[Απόσπασμα από το κείμενο του προλόγου]