Χρόνια πριν, ήταν νομίζω το `95, έπεσε στα χέρια μου ένα βιβλίο με τον περίεργο τίτλο "Οψοποιών μαγγανείαι". Έκανα τότε διακοπές στο Πήλιο και τα μεσημέρια, μετά τη θάλασσα, έπινα τον καφέ μου σε σκεπαστή βεράντα με θέα στο Αιγαίο. Αφημένο καθώς ήταν μισάνοιχτο στο τραπέζι, πίστεψα πως η οικοδέσποινα φίλη είχε αποφασίσει να ασχοληθεί με μαγιωτικά, μαντζούνια και ελιξίρια φτιαγμένα στην κουζίνα της, αφού ορθώς μετέφρασα τη λέξη μαγγανείαι ως μάγια. [...]
Με σκοπό να το απορρίψω χωρίς αναστολές και ενοχές, αποφάσισα να διαβάσω τον πρόλογο, όπου, ήμουν απολύτως σίγουρη γι`αυτό, ο πατέρας Δοσίθεος θα ανέπτυσσε τις θεωρίες για το αναγκαίο της νηστείας. Μέγα λάθος μου όπως απεδείχθη. Το κείμενο ξεχείλιζε από τρυφερότητα, χιούμορ, γνώση και αδιαπραγμάτευτη αγάπη. Όχι μόνο για την κουζίνα του, από την οποία είμαι βεβαία ότι μέχρι και σήμερα, στα εβδομήντα πέντε του, κανείς δεν μπορεί να τον αποσπάσει για πολλή ώρα, αλλά και για όποιον ή όποια από ανάγκη, υποχρέωση ή κέφι, μπερδεύεται καθημερινά με κουτάλες, μαρμίτες και φωτιές. [...]
Την πρώτη φορά που θα διαβάσετε το βιβλίο προτείνω να το απολαύσετε ως ευχάριστο λογοτεχνικό ανάγνωσμα. Ο τρόπος που περιγράφεται η διαδικασία, οι λέξεις που χρησιμοποιούνται για την αποκάλυψη των μικρών μυστικών του, το χιούμορ που παρεισφρέει ακόμη και σε ένα τσιγάρισμα το κάνουν τόσο απολαυστικό όσο κι ένα πιάτο στο ακριβότερο εστιατόριο. Ο πατέρας Δοσίθεος, "ο γνωστός οψοποιός και ελάχιστος (που έγινε ελαχιστότερος)", γνωρίζει άριστα από μαγγανείες.
Πολύ καλά σας μαγειρέματα.
Νανά Δαρειώτη