Κατά την διάρκεια της περασμένης δεκαετίας σε ανθρώπους με διαφορετικές κοινωνικές καταβολές και πολιτικές απόψεις ξύπνησε η ανάγκη να ανοικοδομήσουν τη ζωή της πόλης. Οι ταραχές είχαν ως αποτέλεσμα να τραβήξουν την προσοχή στη φτώχεια των μαύρων, όμως οι νέοι άνθρωποι, οι οποίοι τη δεκαετία του `60 ζωντάνεψαν μετά την σιωπή της προηγούμενης γενιάς, ανέπτυξαν για τις πόλεις ένα ενδιαφέρον ευρύτερης εμβέλειας. Διότι ζώντας στην πυκνοκατοικημένη ζωή της πόλης διαισθάνθηκαν κάποια δυνατότητα αδελφοσύνης, κάποιο καινούριο είδος ζεστασιάς, κάτι που τώρα γίνεται αντιληπτό υπό την ακαθόριστη έννοια `κοινότητα`.
Κατά μεγάλο μέρος, η αναζήτηση των νέων ανθρώπων έξω από το γκέτο για μια τέτοια αστεακή κοινότητα, για μία σχέση και συμμετοχή, είχε αντίθετο αποτέλεσμα. Κάποιοι άνθρωποι προσπάθησαν να βρουν αυτή τη σχέση στο ίδιο το γκέτο των μαύρων, όμως η αλληλεγγύη των μαύρων αδελφών εξαγοράστηκε με πολύ πόνο και δεν ήταν για εξωτερική κατανάλωση. Οι μαύροι είπαν στους πλούσιους λευκούς να βρουν τη ζεστασιά στον εαυτό τους. Κάποιοι άνθρωποι προσπάθησαν να βρουν κοινότητα ριζοσπαστικοποιώντας την εργατική τάξη, όμως η εργατική τάξη δεν εξαγοράζει μια φοιτητική συμμαχία αυτές τις μέρες και έτσι έσπασε τα κεφάλια των παιδιών όταν απάντησε εξ ολοκλήρου σε αυτά. [...]
[Απόσπασμα από το κείμενο της εισαγωγής της έκδοσης]