Στο σπίτι μας ήρθε μια Κυριακή, Νοέμβριο του χίλια οχτακόσια ενενήντα τόσο. Λέω ακόμη `σπίτι μας` κι ας μην το κατοικούμε πια. Έχουμε φύγει από κείνον τον τόπο κοντά δεκαπέντε χρόνια τώρα, κι ούτε ελπίζω να ξαναπάμε ποτέ προς τα κει . Μέναμε στο χτίριο όπου στεγαζόταν το Σχολείο της Άγιας Αγάθης, στην πτέρυγα με τις τάξεις των προχωρημένων. Ο πατέρας μου, τον έλεγα, κι εγώ κύριο Σερέλ όπως όλοι οι άλλοι μαθητές, ήταν υπεύθυνος και για τις μεσαίες τάξεις και τα τμήματα τελειοφοίτων, τα προπαρασκευαστικά για πτυχίο διδασκαλείου. Η μητέρα μου δίδασκε στις μικρές τάξεις. (. . .)
[Απόσπασμα από κείμενο παρουσίασης εκδότη ή έκδοσης]