Ο Κανονισμός ΕΟΚ 1408/71, όπως τροποποιήθηκε μεταγενέστερα (και τελευταία το 1992), συνδέει τα εθνικά συστήματα κοινωνικής ασφάλισης, έτσι ώστε να διευκολύνεται η άσκηση του δικαιώματος ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων εντός της Ένωσης. Πρόκειται για κανόνες που επιτρέπουν την υπερεθνική εφαρμογή των εθνικών κανόνων. Ο μεγάλος αριθμός των υποθέσεων που απασχολούν το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο φανερώνει ότι ο συντονισμός δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμη. Εστιάζουμε το ενδιαφέρον μας στη δυναμική ανάπτυξη του κοινοτικού δικαίου με την παραγωγή κανόνων από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Με την πλούσια νομολογιακή προσφορά του, το Δικαστήριο αναδεικνύεται σε ιδιάζοντα παράγοντα δυναμικής. Μέσω της ενοποίησης της ερμηνείας, ο κοινοτικός δικαστής δεν εγγυάται μόνο τη διασφάλιση τήρησης του κοινοτικού δικαίου, αλλά συμβάλλει ταυτόχρονα στην ολοκλήρωση του συντονισμού. Θα λέγαμε ότι ο συντονισμός προχωρά υπό την πίεση της νομολογίας.
Απέναντι σε μια περιορισμένη δράση των νομοθετικών οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, λόγω δύστοκης εξισορρόπησης των εθνικών συμφερόντων, το Δικαστήριο προσφέρει μια εύπλαστη λύση προαγωγής του συντονισμού. Εν όψει του ότι δεν προχωρούν οι διαπραγματεύσεις στο πλαίσιο του Συμβουλίου και δεν είναι δυνατή η εξεύρεση ενιαίων λύσεων - όπως είναι γνωστό, πολλές προτάσεις της Επιτροπής που θα βελτίωναν το συντονισμό, δεν μπορούν να συγκεντρώσουν την ομοφωνία στο Συμβούλιο - , αναζητείται η λύση των προβλημάτων στις διατάξεις των Κανονισμών, όπως ερμηνεύονται από το ίδιο το Δικαστήριο. Μάλιστα, η αντίδραση του Δικαστηρίου λειτούργησε, μερικές φορές, ως τροφοδότης της νομοθετικής δράσης, προκάλεσε μεταγενέστερη παρέμβαση για ενσωμάτωση νομολογιακών λύσεων ή και για μετριασμό των συνεπειών τους. Από τις αποφάσεις του Δικαστηρίου μπορεί να φανεί η καινοτόμος επίδρασή τους στη νομοθετική δράση. Το ΔΕΚ ασκεί έμμεση επιρροή στην πολιτική απόφαση και παρεμβαίνει αποφασιστικά στη διαδικασία ενσωμάτωσης.