Ο κινηματογράφος υπήρξε το κυρίαρχο εμπορικό θέαμα του 20ου αιώνα, κάτι που όμως καθυστέρησε την ανάπτυξη των άλλων δυνατοτήτων του, καθώς και τη διερεύνηση των δυνατοτήτων αυτών από τις κοινωνικές επιστήμες. Η εξέταση του φαινομένου του κινηματογράφου από την ανθρωπολογία παρουσιάζει πολλές ενδιαφέρουσες πτυχές. Η ανθρωπολογία, πρώτον, διερευνά την κινηματογραφία ως κοινωνικό υποσύστημα, με τις εσωτερικές και τις εξωτερικές αντιθέσεις του. Δεύτερον, ερευνά τα προϊόντα του, τις ταινίες, ως τεκμήρια χρήσιμα για την ανάλυση της κουλτούρας που τις παρήγαγε. Τρίτον, και το πιο σημαντικό, εξετάζει τη διαδικασία της πρόσληψης και του τρόπου με τον οποίο επηρεάζει τις συνειδήσεις του κοινού. Επιπλέον, πέρα από αντικείμενο της ανθρωπολογικής έρευνας, ο κινηματογράφος αποτελεί ταυτόχρονα και ένα σημαντικό εργαλείο για τη διεξαγωγή αυτής της έρευνας. Συνιστά το βασικό μέσο με το οποίο η οπτική ανθρωπολογία καταγράφει πιο πιστά και αυθεντικά την κοινωνική ζωή της εξεταζόμενης κοινότητας, ώστε η καταγραφή της αυτή να χρησιμεύσει και σε κάθε άλλον ερευνητή. Με την οπτική ανθρωπολογία ανοίγονται δύο νέοι δρόμοι για την ανάπτυξη των δυνατοτήτων του κινηματογράφου στο πλαίσιο των απώτερων επιδιώξεων της ανθρωπολογίας: α) η χρήση του για την προσέγγιση του Άλλου και β) ο ρόλος του στην κριτική των πολιτισμικών κατηγοριών και στη διαδικασία του κοινωνικού μετασχηματισμού. Αυτό μας εισάγει στη διερεύνηση του πολιτικού κινηματογράφου και στην αξιοποίηση της κριτικής ανάλυσης της σημειωτικής.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]