(. . .) Στους Οθωνούς βρήκαν καταφύγιο κάποιες οικογένειες από το εξαφανισμένο πια Ντερζιό. Ο Ανέστης από τη Δίβρη, οδηγός στο επάγγελμα και κοντά στα εβδομήντα του, αφηγείται μια ιστορία, που την είχε ακούσει από τον πατέρα του. Ο πατέρας του, νεαρό παιδί τότε, πήγε στην Κέρκυρα να μάθει την τέχνη του ράφτη. Μια Κυριακή το αφεντικό τον πήρε στη βάρκα και φτάσανε στους Οθωνούς. Στο λιμανάκι συναντήσανε μια γρια άνω των 90 ετών. Λέει το αφεντικό στη γριά, που ήταν γνωστή του: «Γιαγιά, σου έφερα ένα πατριωτάκι σου». Η κουβέντα γύρισε στους πικρούς καιρούς της καταστροφής του Ντερζιού. Αυτή καταγότανε από το σόι των Παρπούδων. Οι Παρπούδες ήταν δύο αδέλφια. Ο ένας εγκαταστάθηκε στη Δίβρη (μπήκε γαμπρός και από τότε άλλαξε το επώνυμό του), ενώ ο άλλος βγήκε στους Οθωνούς μαζί με την οικογένεια του, δηλαδή και με τη γριά η οποία τότε ήταν τριών χρονών. Η γριά του είπε ότι η εκκλησία του χωριού της ήταν της Γέννησης της Θεοτόκου και γιόρταζε στις 8 Σεπτέμβρη. Κι ακόμα ότι πίσω από την εκκλησία υπήρχε ένα βαθύ πηγάδι. Εκεί ρίξανε τα κειμήλια κι άλλα πράγματα αξίας την ώρα που φεύγανε. . .
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]