Γυναίκα στα 33. Τόσα χρονάκια έχει κατορθώσει το υπέροχο `ΤΙΠΟΤΑ`. Το` κανε κορνίζα και το κρέμασε στον τοίχο. Ένα έκτρωμα-σκιάχτρο την κυνηγά σαν την κατασπαράξει, Στρέφεται σε μαγγανείες και placebo να σωθεί. Η κυκλοθυμία της βρόγχος στο λαιμό. Θα την πνίξει; Τα βάζει μ` ανθρώπους, δαίμονες, έρωτες, θεούς. . . με την ίδια της την απόγνωση. Με αφορμή έναν πρόσφατο ερωτικό της χωρισμό, προσπαθεί να επανανακαλύψει τον εαυτό της. Βιώνει θλίψη, χαμένες `ευκαιρίες`, ψευτιά, αδιέξοδα, εθισμούς, `εκεχειρίες` και διακρίνει όσα την κρατούν εδώ ζωντανή νεκρή. Μασουλάει φύλλα από νηπενθές, μέρα τη μέρα. . . Η μοιραία φυγή από την Ελλάδα του σήμερα δεν αργεί. . .
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]