Ο Στρεψιάδης, πονηρός και αφελής ταυτόχρονα, ζητάει το δίκιο του μέσα από το άδικο, γυρεύει από τη γνώση τρόπους για να εξαπατά, ελπίζει στην αλήθεια για να κατακτήσει το ψέμα. Κι όταν ο ίδιος δεν τα καταφέρνει, νομίζει πως ο γιος του θα εκπληρώσει τις προσδοκίες του, μα στο τέλος θερίζει ό,τι έσπειρε: την αδικία.
Ο Αριστοφάνης σαρκάζει την κουτοπονηριά των συμπολιτών του, τον ξεπεσμό των αρχαίων θεών, τη φιλοσοφία του Σωκράτη, και μέσα από τη σύγκρουση του Δίκαιου με τον Άδικο Λόγο υπενθυμίζει πόσο αδύναμοι μπορεί να είναι οι άνθρωποι μπροστά στις ψεύτικες υποσχέσεις.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]