Ημέρα Σάββατο. Ξεκινήσαμε από τη Σπάρτη για να επισκεφθούμε την πολιτεία του Μυστρά. Ο ουρανός ήταν συννεφιασμένος και όλα έδειχναν ότι θα ακολουθούσε δυνατή βροχή. Δεν απογοητευτήκαμε. [...]
Φτάσαμε στην κορυφή και η θέα που αντικρίσαμε ήταν μαγευτική· στα πόδια μας απλωνόταν η ερειπωμένη πολιτεία του Μυστρά και η καταπράσινη κοιλάδα του Ευρώτα. [...]
Καθώς κατευθυνόμασταν προς την έξοδο ρίξαμε μια τελευταία ματιά στην έρημη πολιτεία. Το περήφανο κάστρο έστεκε στην κορυφή του λόφου σαν ακοίμητος φρουρός. Στα φύλλα των δέντρων λαμπύριζαν οι τελευταίες στάλες της βροχής που, καθώς έπεφταν στα πέτρινα καλντερίμια, τάραζαν τη νεκρική σιγή. Η μεσαιωνική πόλη του Μυστρά μπορεί να έπαψε να ζει, η κληρονομιά όμως που άφησε θα υπάρχει πάντα για να φωτίζει τον πολιτισμό μας.
(από τον πρόλογο του βιβλίου)