Όμως γιατί λέγονται μυστικοί; Οχι βέβαια γιατί κρύβουν κάτι, αλλά γιατί αυτό που οι ίδιοι είναι δεν διδάσκεται: Δεν μπορείς να περιγράψεις ή να διδάξεις σε κάποιον τη γεύση του κερασιού, πρέπει ο ίδιος να δαγκώσεις το κεράσι. Μυστικό είναι, οχι αυτό που φυλάγεται κρυφό, αλλά το από τη φύση του αμετάδοτο. Ο μυστικός πηγαίνει τόσο μακρυά που φτάνει κάποτε εκεί που ξεκίνησε. Διανύει το χώρο της σύγχισης, των δογμάτων και των θεωριών και φτάνει στο κενό ή, σωστότερα, στον χαοτικό χώρο, που βρίσκεται μετά από το τέλος και πρίν από την αρχή. Το φτάσιμο στον χαοτικό χώρο είναι «ένας θάνατος εν ζωή». Είναι η αποπροσκόλληση από το κάθε τι. Τώρα έχει πεθάνει σε όλα και γι` αυτό μπορεί να γεννηθεί μαζί με όλα. Τώρα που δεν ανήκει πουθενά, ανήκει παντού. Δε βρίσκεται πιά στη θέση ή στην αντίθεση. Είναι η θέση και η αντίθεση. Δεν είναι ένας φιλό-σοφος, αλλά ένας σοφός. Δεν ψάχνει για το νόημα της ζωής, αλλά ζεί, είναι αυτός ο ίδιος η ζωή.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]