Το 1961 ο Κέρουακ έγραψε μέσα σε δέκα μέρες το Μπιγκ Σερ, ένα από τα πιο αξιόλογα βιβλία του. Πρόκειται για έναν παράξενο και ιδιοφυή διάλογο ανάμεσα στον Τζακ Ντούλουοζ -αφηγητή- και το φίλο του ποιητή Μπεν Φέιγκαν. Μιλούν για τις γυναίκες, το ποτό, τη ζωή, την τρέλα. Το Μπιγκ Σερ είναι μια βαθιά απελπισμένη κι αδιέξοδη μονωδία.
`...Στο νεκροκρέβατό μου θα τη θυμάμαι εκείνη τη μέρα στο ρυάκι και θα `χω ξεχάσει τη μέρα που η Μέτρο Γκόλντουιν Μάγιερ αγόρασε το βιβλίο μου, θα θυμάμαι το παλιό πράσινο μακό από το σκουπιδότοπο και θα ξεχνάω τους ζαφειρένιους μανδύες... Ίσως αυτός να `ναι ο καλύτερος τρόπος να πάω στον Παράδεισο`... (Από την παρουσίαση της έκδοσης)
Το καλοκαίρι του 1961 ο Τζακ Κέρουακ έχοντας κλείσει οριστικά τους λογαριασμούς του με το δρόμο, επέστρεφε στη Φλόριντα, το σανατόριο της Αμερικής, όπου είχε εγκατασταθεί η οικογένεια του. Αδιάφορος πια απέναντι σε όσα είχε ακόμα να του προσφέρει η αχανής και ανεξέλεγκτη ετούτη χώρα, κατέφυγε για άλλη μια φορά στον προσφιλή του δαίμονα, το εκδικητικό οινόπνευμα. Για κάμποσες βδομάδες, χωρίς διακοπή, μοναδικός του σύντροφος είναι ένα μπουκάλι Τζόνι Γουόκερ κάθε μέρα [...] Το φθινόπωρο περιόρισε τη διψομανία του σε μερικά ποτήρια Μαρτέλ τη μέρα, διάβαζε Μπαλζάκ και Ντοστογιέφσκι κι έχασε λίγο βάρος. Μια μέρα τον Οκτώβριο, που ήταν πάντα ο πιο δημιουργικός του μήνας, πήρε μια ποσότητα μπενζεντρίνης κι όρμησε στη γραφομηχανή του...
[Απόσπασμα από το κείμενο του προλόγου]