Καθώς δεν κινείται ούτε κλαίει μέχρι τα δυόμιση, οι γονείς της τη φωνάζουν «Φυτό». Το ίδιο το βρέφος θεωρεί ότι είναι ένας σωλήνας που αρκείται στις βασικές λειτουργίες, ή ότι είναι ο Θεός, που παρατηρεί απέξω τον κόσμο. Αλλά η ζωή του Θεού δεν είναι αιώνια, ούτε και στη χώρα του Ανατέλλοντος Ηλίου. Όταν μπει επιτέλους στον κόσμο, θα απολαύσει για έξι μήνες τις ηδονές που προσφέρουν οι αισθήσεις: τα πικάντικα εδέσματα, τα εκτυφλωτικά χρώματα του παραδείσιου κήπου, το πάθος του νερού, τη λατρεία της γιαπωνέζικης γκουβερνάντας. Όμως η επικείμενη αναχώρηση από την Ιαπωνία την κάνει να καταλάβει πόσο πρόσκαιρα είναι τα δώρα της ζωής και πόσο απαίσια η άλλη της όψη -η αμφιβολία, ο θάνατος, η προδοσία των ενηλίκων. Μόνο στο υγρό αγκάλιασμα της στέρνας με τα ψάρια, θα ξαναβρεί τη γαλήνη του σωλήνα. Τι σημασία έχει αν θα σωθεί, αφού όλα σ` αυτή την ηλικία -η ευτυχία όπως και η τραγωδία- έχουν ήδη παιχτεί...