ΞΕΚΙΝΩΝΤΑΣ για ένα καινούργιο ταξίδι, που δίχως νάναι τόσο μακρύ, όσο του Ζάν Κριστόφ, ωστόσο θα σημειώσει κι αυτό κάμποσους σταθμούς, ξαναθυμίζω στους αναγνώστες τη φιλική παράκληση που τους έκανα, σε μία καμπή της Ιστορίας του μουσικού μου. Στήν αρχή του τόμου `Ανταρσία`, τους προειδοποιούσα ότι έπρεπε να θεωρήσουν κάθε τόμο σάν ένα κεφάλαιο ενός έργου που εξελίσσεται και πού ή σκέψη του ξετυλίγεται μαζί με τη ζωή που παρουσιάζει, παραθέτοντας το παλιό ρητό: τα στερνά τιμούν τα πρώτα: πρόσθετα `όταν θά φτάσουμε στό τέρμα, θά κρίνετε τι άξιζε ή προσπάθειά μου`. Καταλαβαίνω, βέβαια, πως κάθε τόμος έχει το δικό του χαραχτήρα, πώς μπορεί να κριθεί χωριστά, σαν έργο τέχνης. Μα θάταν πρώιμο να κρίνει κανένας απ` αυτόν τη γενική ιδέα του έργου. Όταν γράφω ένα μυθιστόρημα, διαλέγω ένα πλάσμα, που νιώθω πως συγγενεύω μαζί του- (ή καλύτερα, με διαλέγει αυτό).- Άμα τώρα το διαλέξω, τ` αφήνω λεύτερο, δίχως να προσέχω μήπως κι ανακατέψω μαζί του την προσωπικότητά μου. Είναι βαρύ φορτίο να σέρνει κανένας απάνω του μισόν αιώνα μια προσωπικότητα. Ή θεία ευεργεσία της τέχνης είναι πού μας απολυτρώνει απ` αυτήν, ποτίζοντάς μας άλλες ψυχές, ξαναντύνοντάς μας άλλες υπάρξεις-(οι φίλοι μας Ινδοί θάλεγαν: `άλλες απ` τις υπάρξεις μας` : γιατί τα πάντα υπάρχουν στον καθένα...) ...
[Απόσπασμα από κείμενο παρουσίασης εκδότη ή έκδοσης]