Ο Λέο είναι ένας δεκαεξάχρονος όπως όλοι: του αρέσει να φλυαρεί με τους φίλους του, να παίζει ποδόσφαιρο, να συμμετέχει σε κόντρες με το μηχανάκι του και ζει σε απόλυτη αρμονία με το iPod του. Οι ώρες που περνάει στο σχολείο είναι σκέτη πλήξη, οι καθηγητές ένα "προστατευόμενο είδος που ελπίζει να εκλείψει οριστικά". Έτσι, όταν έρχεται ένας καινούριος αναπληρωτής της φιλολόγου, ο Λέο ετοιμάζεται να τον υποδεχτεί με κυνισμό και σαλιωμένα χάρτινα μπαλάκια που εκτοξεύει με το φυσοκάλαμό του. Όμως αυτός ο καινούριος καθηγητής είναι διαφορετικός: ένα φως λάμπει στα μάτια του όταν παραδίδει το μάθημα, όταν παρακινεί τα παιδιά να ζήσουν έντονα τη ζωή τους, να κυνηγήσουν τα όνειρά τους.
Ο Λέο νιώθει δυνατός σαν λιοντάρι, όμως μέσα του κρύβεται κι ένας εχθρός που τον τρομοκρατεί: το λευκό. Το λευκό είναι η απουσία, όλα όσα στη ζωή του αφορούν την απουσία και την απώλεια είναι λευκά. Αντίθετα, το κόκκινο είναι το χρώμα της αγάπης, του πάθους, του αίματος· κόκκινο είναι το χρώμα των μαλλιών της Μπεατρίτσε. Γιατί ο Λέο έχει ένα όνειρο και το όνειρό του λέγεται Μπεατρίτσε, παρόλο που εκείνη δεν το ξέρει ακόμα. Ο Λέο έχει κι άλλη μία πραγματικότητα, πιο προσιτή, κι όπως συμβαίνει με όλες τις κοντινές παρουσίες, πιο δύσκολα τη διακρίνει: είναι η αξιόπιστη και γαλήνια Σίλβια. Όταν ο Λέο μαθαίνει πως η Μπεατρίτσε είναι άρρωστη και πως η αρρώστια που έχει σχετίζεται μ’ εκείνο το λευκό που τόσο τον τρομάζει, βρίσκεται αναγκασμένος να σκάψει βαθιά μέσα του, να ματώσει και να ξαναγεννηθεί, για να καταλάβει πως τα όνειρα δε γίνεται να πεθάνουν και να βρει το θάρρος να πιστέψει σε κάτι πιο μεγάλο.
Το "Λευκή σαν το γάλα, κόκκινη σαν το αίμα" δεν είναι απλώς ένα μυθιστόρημα ενηλικίωσης, δεν είναι μόνο η αφήγηση μιας σχολικής χρονιάς, είναι ένα θαρραλέο κείμενο που, μέσα από τον μονόλογο του Λέο –άλλοτε ανέμελο και διασκεδαστικό, άλλοτε πιο εσωτερικό και βασανισμένο, διηγείται αυτό που συμβαίνει τη στιγμή που εισβάλλει στη ζωή ενός εφήβου ο πόνος και η αγωνία, κι ο κόσμος των ενηλίκων φαίνεται ανήμπορος να προτείνει μια λύση.
Με μια φρέσκια ματιά, στα χνάρια της μεγάλης κλασικής παράδοσης, ο Ντ` Αβένια, καθηγητής και ο ίδιος, συμμαχεί με τον νεαρό καθηγητή του λυκείου, για να προσφέρει στον νέο αλλά και λιγότερο νέο αναγνώστη απαντήσεις που ίσως να μην του λύνουν τα προβλήματα, του παρέχουν ωστόσο υλικό για στοχασμό και μια ελπίδα για το αύριο.