«Δεν είσαι αναγκασμένος να με πυροβολήσεις», είπε το νεαρό λιοντάρι. «Θα γίνω το χαλάκι σου και θα ξαπλώσω μπροστά στο τζάκι σου και δεν θα κουνιέμαι καθόλου και μπορείς να κάθεσαι πάνω μου και να ζεσταίνεις όσα ζαχαρωτά θέλεις. Λατρεύω τα ζαχαρωτά». Αλλά ο κυνηγός δεν άκουγε τίποτα, οπότε τι μένει σε ένα νεαρό λιοντάρι να κάνει; Αφού τρώει τον κυνηγό, ο Λαφκάντιο παίρνει το τουφέκι του στο σπίτι και εξασκείται και εξασκείται μέχρι που γίνεται ο καλύτερος σκοπευτής στον κόσμο. Τώρα ντυμένος με κολλαριστά πουκάμισα και φανταχτερά κοστούμια και απολαμβάνοντας όσα ζαχαρωτά θέλει, ο Λαφκάντιο γίνεται άξιος θαυμασμού και περιποίησης όπου και αν πηγαίνει. (. . .)
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]