ΤΟ κύριο χαρακτηριστικό της Λαμιέλ είναι η περιέργεια, το διερευνητικό πνεύμα, μια ακατανίκητη επιθυμία να μαθαίνει το καθετί. Έχει διαρκώς τα μάτια ορθάνοικτα και προσπαθεί να καταλάβει τα πάντα. Ο δαίμονας που την κατατρέχει είναι ένα «γιατί». Γιατί της κρύβουν ό,τι τους ρωτάει; Γιατί δεν της δίνουν καμία ικανοποιητική απάντηση όταν τους ρωτάει τι είναι ο έρωτας, αλλά συνέχεια υπεκφεύγουν και προσπαθούν να την ξεγελάσουν; Ο θείος της μιλάει συχνά για το τεράστιο αμάρτημα να πάει περίπατο στο δάσος με έναν νεαρό, ο αβάς Κλεμάν χάνει το χρώμα του και το βάζει στα πόδια όταν εκείνη τολμάει να αναφερθεί στον έρωτα, ο Σανφέν την προειδοποιεί για τον τεράστιο κίνδυνο που διατρέχει αν θελήσει να το διευκρινίσει από μόνη της.
Η απάντηση της Λαμιέλ στην πρόκληση, ως γνήσιο πνεύμα αντιλογίας, είναι αυτόματη. Δεν θέλουν να πάω; Ε, λοιπόν, εγώ θα πάω. Και αποφασίζει να ριχτεί στο στόμα του κακού λύκου.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]