(. . .) Με κομμένη ανάσα διαβάζεις τις συνταρακτικές σελίδες για τη σύσκεψη των δικαστών, τη στιγμή που ο Πολυζωίδης φτάνει να γονατίσει με δάκρυα στα μάτια και να φιλάει τα χέρια των τριών «ανένδοτων» δικαστών, παρακαλώντας τους ν’ αναβάλλουν, έστω, την απόφαση. Κι είσαι τότε κι εσύ έξω απ’ το τζαμί, ανάμεσα στο σιωπηλό, φουρτουνιασμένο πλήθος, καθώς έρχεται στο δικαστήριο κι επεμβαίνει ανοιχτά η εκτελεστική εξουσία, με τις λόγχες των χωροφυλάκων, για να στείλει όπως όπως τους αθάνατους ήρωες στην γκιλοτίνα (. . .).
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]