Ναι, ο παππούς ήθελε να γίνει θηριοδαμαστής για να σκάσουν όσοι δεν τον πίστευαν, όλοι να σκάσουν. Δεν έβγαζε όμως τσιμουδιά. Την άραζε σ` ένα μέρος που είχε πάπιες. Τώρα πέθανε, γιατί έπινε πολύ.
Κάποια φορά στη ζωή του πρέπει να το χώνεψε πως δε θα γίνει θηριοδαμαστής. Από τότε άρχισε να βρίσκει πολύ ακριβό το εισιτήριο του τσίρκου (...)
(...) Ο ύπνος του ήταν ακανόνιστος, κοιμόταν πολύ και παντού, και σε λίγο ξυπνούσε. Τα λιοντάρια είχαν χαθεί απ` τα όνειρά του, και μαζί τους χάθηκαν και τα όνειρα. Δεν ήξερε πια πως είναι οι όμορφες κοπέλες και άφηνε υπέρογκα φιλοδωρήματα στη σερβιτόρα.
Τώρα τα λεφτά του μοιράστηκαν. Οι απόγονοι πήραν τα λιοντάρια και τα `χωσαν προσεχτικά κάτω απ` τα κρεβάτια τους. Τόσο το καλύτερο, για κείνον και για μας (...)
Ποτέ δε ρωτούσαν τίποτα τον παππού, δεν είχε γίνει σοφός. Μόνο γέρος έγινε. Κι είναι πολύ σπουδαίο, να γίνεσαι γέρος. Πρέπει να πονάς όταν αναγκάζεσαι ν` αφήσεις τα λιοντάρια. Τα λιοντάρια έφυγαν αθόρυβα, ο παππούς δεν το πρόσεξε. Τώρα έχει πεθάνει, γιατί έπινε πολύ.