Το φίδι με άφησε να αιωρούμαι κι απλώθηκε στο χώρο γεμίζοντάς τον χρώματα, βγαλμένα από κάποια άγνωστη σε μένα διάθλαση, χρώματα ανύπαρκτα, χωρίς όνομα στην έξω όψη της Γης. Με φωνή σαν του παραμυθιού μου είπε:
`Οι ωκεανοί δημιουργήθηκαν για να αναδυθεί το μπλε, τα ψηλά βουνά για να σταθεί το άσπρο.
Εδώ, μέσα στην ψυχή της Γης, δεν διαχωρίζεται το Νότιο από το Βόρειο, το Ανατολικό από το Δυτικό. Κανένας τόπος δεν είναι πιο σπουδαίος από τον άλλο, κανένα σημείο δεν υπερτερεί των μυριάδων που συνθέτουν την ευαίσθητη σάρκα της, καμιά γραμμή δεν εμποδίζει τον ταξιδιώτη. Τα κέντρα είναι άγνωστα, οι περιφέρειες δεν ορίστηκαν ποτέ. Οι πολιτισμοί αλληλοσυμπληρώνονται αβίαστα, διαδέχονται ο ένας τον άλλο σαν τις εποχές, που αν κάποια ταραχτεί, ταράζεται μαζί της η ισορροπία των συναισθημάτων`.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]