Δούλευα ακόμη το βιβλίο μου `Epirus`, όταν ο εκδοτικός οργανισμός Clarendon Press με κάλεσε να αναλάβω την συγγραφή ενός έργου για την ιστορία της Μακεδονίας. Ήταν ξεκάθαρο βέβαια σε μένα ότι ένα τέτοιο έργο χρειαζόταν και ότι θα απαιτούσε δύο ή τρεις τόμους. Το σχέδιο έγινε πραγματοποιήσιμο, όταν ο G. T. Griffith συμφώνησε να συνεργαστεί μαζί μου και στη συνέχεια και οι δύο λάβαμε τις ευλογίες του Sir Frank Adcock, του οποίου και οι δύο υπήρξαμε μαθητές. Γι` αυτό, άλλωστε, εκφράζουμε την ευγνωμοσύνη προς αυτόν, αφιερώνοντας στη μνήμη του την `Ιστορία της Μακεδονίας`.
Στο πρώτο μέρος αυτού του τόμου εξετάζεται η ιστορική γεωγραφία της Μακεδονίας. Πολύτιμες σ` αυτό ήταν οι διηγήσεις διαφόρων περιηγητών, όπως του Heuzey, του von Hahn, του Delacoulonche, του Leake και του Struck, ενώ βοηθήθηκα και από τις εργασίες του C. F. Edson, της Φανούλας Παπάζογλου και του Δ. Κανατσούλη. Αλλά το περισσότερο με βοήθησε η γνώση του χώρου. Το 1929 με γνώρισε τον τόπο ο Walter Heurtley, η μεγαλύτερη τότε αυθεντία στη Μακεδονία. Η γνωριμία άρχισε μ` ένα ταξίδι στα στενά του Αλιάκμονα, μεταξύ Σερβίων και Βεροίας, στο χώρο όπου διενεργούσε τότε ανασκαφές. Αργότερα επισκεφθήκαμε το Αρμενοχώρι και δουλέψαμε στη Θεσσαλονίκη σε προϊστορικά αγγεία αυτής και άλλων θέσεων. Το 1930 επισκέφθηκα την Καβάλα, τους Φιλίππους και άλλους χώρους της Θράκης. Στη συνέχεια, εργαζόμενος με θέμα την Ήπειρο, πέρασα την Πίνδο από πολλές μεριές κι έφτασα στα Γρεβενά. Περπάτησα από την Κόνιτσα ως το Άργος Ορεστικόν και την Καστοριά, ενώ από τη Φλώρινα πήγα μέσω του στενού των Τσαγκών στην Κορυτσά. Διέσχισα, κατά καιρούς, πολλές εκτάσεις της Δυτικής Μακεδονίας κι επισκέφθηκα τη Χαλκιδική. [...]
[Απόσπασμα από το κείμενο της εισαγωγής της έκδοσης]