(...) «Θριάμβευε η Θεοφανώ, κυβερνούσε, πίστευε στη δύναμή της· Κίρκη του 10ου αιώνα, δεν μετέβαλε σε χοίρους εκείνους που την αγαπούσαν, αλλά σε σκλάβους, σε δούλους που έσκυβαν το κεφάλι μπροστά σε κάθε υποταγή της. Εξουσίαζε, ήταν αδάμαστη, ήταν σκληρή, ήταν λύκαινα, όπως την αποκάλεσε ο σύγχρονός της Λέων ο διάκονος. Βασίλευε, κυβερνούσε από τον γυναικωνίτη, μισούσε χωρίς ν` αγαπάει, ώσπου κάποια αυγή, όταν πρωτόνιωσε τον έρωτα, τον πλάστη και τον χαλαστή, γνώρισε μετά από μια ανόσια πράξη της ένα τέλος φρικιαστικότερο από το θάνατο για το χαρακτήρα της: την τέλεια εξαφάνιση για πολλά χρόνια από το προσκήνιο της ζωής της Αυτοκρατορίας.
Είδα με αγάπη τους ήρωές μου, τόνισα τις μεγαλοσύνες τους, φανέρωσα, όσο μου επέτρεπαν τα μέσα μου, τον χαρακτήρα τους. Μην βιαστείτε να τους κρίνετε, η εποχή ήταν αλλιώτικη, οι άνθρωποι πιο άγριοι, το έγκλημα συγχωριότανε πολλές φορές...».
[Απόσπασμα από το κείμενο του προλόγου]