Τις δυο τελευταίες δεκαετίες γίνεται από τους διάφορους κλάδους της Ορθόδοξης ακαδημαϊκής θεολογίας μια αξιοπρόσεκτη και πολύ σημαντική προσπάθεια για εκλαΐκευση των συμπερασμάτων της επιστημονικής έρευνας και για προσέγγιση των ποικίλων ποιμαντικών προβλημάτων της Εκκλησίας. Ήταν καιρός πλέον τα δύσκολα και ακανθώδη προβλήματα της καθημερινής ζωής των πιστών ν` αρχίσουν ν` αντιμετωπίζονται με σοβαρότητα και υπευθυνότητα και από την επίσημη Θεολογία και να μην εγκαταλείπονται στην αγαθή διάθεση και ατομική προαίρεση εκείνων μόνο που ασκούν την ποιμαντική διακονία στον πρακτικό τομέα.
Η σύγχρονη Ορθόδοξη Θεολογία καλείται ν` αντιληφθεί το χρέος της και τις ευθύνες της έναντι της ποιμαίνουσας Εκκλησίας και ως χαρισματική λειτουργία η ίδια να συμβάλει αποφασιστικά στην οικοδομή των πιστών και στη γενικότερη προαγωγή της Εκκλησίας, ώστε να γίνει πραγματικότητα και σήμερα η αληθινή βίωση της πίστεως και η εμπέδωση ενός ορθόδοξου ήθους και ορθόδοξου φρονήματος μέσα στην καθημερινή ζωή.
Έτσι αντελήφθησαν τη θεολογία οι ιεροί συγγραφείς της Καινής Διαθήκης στην αρχή και οι Πατέρες της Εκκλησίας αργότερα. Ο απόστολος Παύλος μίλησε για μια θεολογία που καταξιώνεται μόνο ως χαρισματική λειτουργία στην προσπάθεια πνευματικής οικοδομής των πιστών και πραγμάτωσης της ενότητας της Εκκλησίας. Ο Κύριος της πίστεώς μας, πράγματι, έδωσε στην Εκκλησία τους μεν αποστόλους, τους δε προφήτας, τους δε ευαγγελιστάς, τους δε ποιμένας και διδασκάλους, προς τον καταρτισμόν των αγίων ως έργον διακονίας, εις οικοδομήν του σώματος του Χριστού, μέχρι καταντήσωμεν οι πάντες εις την
ενότητα της πίστεως και της επιγνώσεως του υιού του Θεού, εις άνδρα τέλειον, εις μέτρον ηλικίας του πληρώματος του Χριστού (Εφεσ.4,11-13). Τότε η θεολογία δεν θα είναι μια ατομική ή `ταξική` υπόθεση, αλλά ζωντανή πραγματικότητα του συνόλου του λαού του Θεού, `κοινοτική` και εκκλησιολογική λειτουργία. Θα πρόκεται για το μέγα `μυστήριον της θεολογίας`, όπως ονομάζεται στην πατερική παράδοση η θεολογική γνώση και μάθηση.
Η εποχή ενός στείρου ακαδημαϊσμού και εγκεφαλισμού, η εποχή του σχολαστικισμού και για την ελληνική Ορθόδοξη Θεολογία φαίνεται πώς βρίσκεται στη δύση της. Ούτε και τους ειδικούς δεν συγκινεί πλέον η θεολογία εκείνη. Η ανάγκη να ενταχθούν στο νέο πνεύμα και τα καθαρώς ερευνητικά και επιστημονικά έργα, για να υπηρετήσουν τον άνθρωπο και την εποχή του, είναι πλέον μια σαφής και κραυγαλέα πραγματικότητα, γι` αυτούς που έχουν αυτιά ν` ακούν και μάτια για να βλέπουν. Απαίτηση των καιρών να σμίξουν και πάλι, όπως παλιά, η θεολογία και η εκκλησιαστική διακονία. Αυτό το πνεύμα για μια χαρισματική λειτουργική θεολογία ήταν κυρίαρχο στοιχείο στην Εκκλησία της Καινής Διαθήκης και στην Εκκλησία των Πατέρων. Πίστη και ιστορία, δόγμα και ζωή, δεν μπορεί να νοούνται χωριστά. Η διάζευξη των δύο εγκυμονεί κινδύνους αιρετικών αποκλίσεων.
Η ανάγκη, λοιπόν, μιας `Ορθόδοξης Θεολογίας` και για τα θέματα του γάμου έχει ήδη αρχίσει να γίνεται συνείδηση στον ευρύτερο χώρο των πιστών και αυτό είναι μια σαφής πρόσκληση και πρόκληση για την ακαδημαϊκή θεολογία μας. [...]
[Απόσπασμα από το κείμενο του προλόγου]