Η Τσελέστε είναι δεκάξι χρόνων. Τα απογεύματα βγαίνει από το σπίτι της, πηγαίνει στην παραλιακή, στέκεται στο συνηθισμένο της σημείο και περιμένει πελάτες. Βλέποντάς την άβαφη και ντυμένη τόσο απλά, δύσκολα σου περνάει από το μυαλό ότι βρίσκεται εκεί γι` αυτό το λόγο. Τα αυτοκίνητα περνούν από δίπλα της, κόβουν ταχύτητα. Κάποιος κουνάει το κεφάλι, άλλος κάνει τον κύκλο και σταματάει. Ο Ντάβιντε είναι ένας νέος άντρας, μοναχικός. Επιτυχημένος ποινικολόγος. Μια μέρα βγαίνει από το σπίτι μ` ένα μεγάλο σακίδιο στην πλάτη. Έχει μέσα το πτώμα ενός κοριτσιού. Η Τσελέστε τον ακολουθεί. Ένα κορίτσι κι ένας δολοφόνος ενώνονται μ` ένα μοναδικό δεσμό, φτιαγμένο από σιωπές, κινήσεις και μυστικά. Σε ένα κρεσέντο έντασης, οι δύο συνηθισμένες και άρρωστες ζωές τους γίνονται, αθόρυβα, η μία καθρέφτης της άλλης. Μέχρι το τέλος.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]