Αποτελεί γνώρισμα μόνο των ανθρώπων το να δείχνουν αμέλεια ή αδιαφορία, ακόμα και ασέβεια με διάθεση προσβολής ή υποτίμησης, μπροστά σε θέματα μεγάλης σημασίας ή υψίστης αξίας.
Και αυτό συμβαίνει, γιατί οι άνθρωποι λησμονούν τον Θεό, Τον περιθωριοποιούν και Τον εξοβελίζουν από τη ζωή τους. Σύγχυση φρενών, θολούρα στο νου αλλά και απορρύθμιση συναισθημάτων είναι τα κύρια γνωρίσματα.
Την πίστη την αντικατέστησαν με τη θρησκοληψία, την αγάπη με το μίσος, την ανθρωπιά με τον ατομισμό, το ήθος με τη διαστροφή, την ιερότητα με την ισοπέδωση...
Αυτή την ακαταστασία την παρατηρούμε και την αντιλαμβανόμαστε και στο χώρο του ιερού Ναού, ιδιαίτερα τις μεγάλες ημέρες της Ορθοδοξίας (Χριστούγεννα - Πάσχα - Δεκαπενταύγουστο), όπου πλήθος ανθρώπων προσέρχονται στο Ιερό Μυστήριο της θείας Κοινωνίας.
Και τί είναι η θεία Κοινωνία; Με ποιες προϋποθέσεις και πώς πρέπει να προσερχόμαστε στην υπέρλογο δωρεά του Θεού στον άνθρωπο; Ο π. Ε.Ρ. στο περιοδικό `ΕΝΟΡΙΑΚΗ`, ενημερωτική μηνιαία εφημερίδα του Ιερού Ναού Ευαγγελιστρίας Πειραιώς, [...], επιγραμματικά και με μεστό λόγο αναφέρει:
`Το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας αποτελεί για την Εκκλησία το μεγάλο επαναλαμβανόμενο θαύμα της μετοχής του ανθρώπου στις σωτήριες συνέπειες του λυτρωτικού έργου του Χριστού. Η Θεία Ευχαριστία είναι η ζωντανή παρουσία του Χριστού στην Εκκλησία, η δε κοινωνία του σώματος και του αίματός Του είναι η προσωπική μετοχή του καθ` ενός από εμάς στη σωτηρία που έφερε στον κόσμο ο Σταυρός και η Ανάσταση του Κυρίου.
`Μέσα από την τέλεση της Θ. Λειτουργίας `ο Χριστός παρατείνεται εις τους αιώνας`, γίνεται παρόν και έρχεται επικεφαλής του σώματός Του που είναι η Εκκλησία. Η ίδια η αυτοσυνειδησία της Εκκλησίας εκφράζεται κατά την τέλεση του μυστηρίου της Θ. Ευχαριστίας, αφού τότε μόνο είναι Σώμα Χριστού, όταν δηλαδή προσφέρει την αναίμακτη ιερουργία. Η εντολή του Κυρίου κατά τον Μυστικό Δείπνο είναι σαφής: `Τούτο ποιείτε εις την εμήν ανάμνησιν` (Λουκ. 22, 10).
`Βέβαια δεν πρόκειται για μία απλή συναισθηματική ανάμνηση άνευ βάθους και ουσίας, αλλά για μία ουσιαστική, βιωματική και οντολογική μετοχή και κοινωνία του αναστημένου σώματος και αίματος του Χριστού που είναι αντίδοτο κατά του θανάτου. [...]
[Απόσπασμα από το κείμενο του προλόγου]