Την Άνοιξη του 1179, όταν έφτασε στην Κωνσταντινούπολη η Αγνή η Φράγκα, ήταν μόλις εννιά ετών. Η ομορφιά της ήταν «διάφανη, κρυστάλλινη». Κόρη του βασιλιά Λουδοβίκου Ζ΄, δόθηκε ως σύζυγος στον νεαρότατο ακόμη τότε Αλέξιο, γιο του Μανουήλ Κομνηνού. Έτσι βαπτίσθηκε Άννα Βυζαντινή κι έγινε το πιόνι μιας διπλωματίας που ήθελε να περιορίσει τις φιλοδοξίες του Φρειδερίκου Βαρβαρόσα από τη μία και την ισλαμική απειλή από την άλλη. Μετά τη δολοφονία του Αλέξιου και στη συνέχεια και του δεύτερου συζύγου της του Ανδρόνικου, όταν στον θρόνο ανέβηκε η δυναστεία των Αγγέλων, η Άννα έμεινε στην Πόλη ως τη λεηλασία της από τους σταυροφόρους το 1204. Στη συγκλονιστική αυτή αφήγηση ο Πάολο Τσεζαρέτι την ανακηρύσσει σε αυτόπτη μάρτυρα της παραπαίουσας Αυτοκρατορίας και κατόπιν σε γνήσιο ερμηνευτή μιας βαθιάς βυζαντινής ιδιοπροσωπίας, η οποία διατηρήθηκε στις τέχνες και στα γράμματα μέσα από τις στάχτες της χαμένης Αυτοκρατορίας.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]