Η αγορά μαιευτικών υπηρεσιών χαρακτηρίζεται από κυριαρχία του παραγωγού και αδυναμία του αγοραστή. Η πλευρά της προσφοράς οργανώνεται ως συλλογικό μονοπώλιο των μαιευτήρων γυναικολόγων ιατρών στην πρωτοβάθμια φροντίδα και ως ολιγοπώλιο των (ιδιωτικών) μαιευτικών κλινικών στη νοσοκομειακή περίθαλψη. Αντίθετα, οι ασφαλιστικοί φορείς (ταμεία κοινωνικής ασφάλισης και ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες) παραμένουν παθητικοί πληρωτές αποζημιώσεων. Το τίμημα αυτής της ανισορροπίας είναι το υψηλό κόστος και η χαμηλή αξία των παρεχόμενων υπηρεσιών. Η μετεξέλιξη των ταμείων υγείας αλλά και των ασφαλιστικών εταιρειών σε στρατηγικούς επενδυτές πόρων, που σκοπεύουν στη μεγιστοποίηση των βελτιώσεων στην υγεία των ασφαλισμένων τους, απαιτεί τη βελτίωση της τεχνογνωσίας και της διαπραγματευτικής ικανότητάς τους, αλλά και τη σωστή λειτουργία της αγοράς. Η αποκατάσταση του μηχανισμού των τιμών, η εξασφάλιση της διαφάνειας στις συναλλαγές, η προστασία των δικαιωμάτων του καταναλωτή και η αναθεώρηση του ρυθμιστικού καθεστώτος της αγοράς υπηρεσιών υγείας αποτελούν προϋποθέσεις για την ενεργοποίηση των φορέων ασφάλισης και, συνεπώς, την ευρύτερη αναδιοργάνωση του τομέα της υγείας στην Ελλάδα.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]