Η έντονη σημερινή αντιπράθεση σχετικά με την ενδεδειγμένη οικονομική πολιτική και την εξέλιξη των μεγεθών της Ελληνικής οικονομίας ανάγεται στο παρελθόν και ιδιαίτερα στην ανάπτυξη της Ελληνικής Βιομηχανίας. Η αμφισβήτηση του βαθμού ανάπτυξης σε παλαιότερες περιόδους, η προσφυγή σε χαρακτηρισμούς όπως "πήλινα πόδια", η επίρριψη ευθυνών στην παρούσα ή στις παρελθούσες διακυβερνήσεις, η υπεράσπιση ή η κριτική των "βιομηχανικών οικογενειών", η επιχειρηματική ανεπάρκεια των εργοδοτών και οι συνδικαλιστικές "παρεκτροπές" των εργαζομένων, έχουν επιστρατευθεί εκατέρωθεν για να δοθεί εξήγηση στο διαπιστωμένο γεγονός της κρίσης, στην οποία εισήλθε η Ελληνική μεταποίηση από τα μέσα της δεκαετίας του `70. Μια κρίση που πήρε δραματικές διαστάσεις όταν στα τέλη της προηγούμενης δεκαετίας και στις αρχές της παρούσας, μεγάλες για τα ελληνικά δεδομένα επιχειρήσεις, η μια μετά την άλλη, βρέθηκαν σε αδιέξοδο και αδυναμία να συνεχίσουν τη λειτουργία τους. Το φαινόμενο αυτό είχε θεμελιακή και άμεση επίπτωση στο σύνολο της οικονομίας για δυο κυρίως λόγους: α) Ο βιομηχανικός τομέας της χώρας χαρακτηρίζεται από υψηλή συγκεντρωτικότητα, β) Οι υποχρεώσεις προς τις οποίες οι επιχειρήσεις αδυνατούσαν να ανταποκριθούν, οφείλονταν στο μεγάλο τραπεζικό δανεισμό που είχαν συνάψει. Ταυτόχρονα, πρόβαλε το πρόβλημα του ρόλου του Κράτους. Από τη μια πλευρά, και λόγω της ένταξης στην ΕΟΚ, ακυρωνόταν η αναπτυξιακή στρατηγική των προηγούμενων δεκαετιών, που είχε ως βασικό χαρακτηριστικό την έντονη προστατευτική κρατική παρέμβαση για τη βιομηχανία. Από την άλλη πλευρά, έγινε αναπόφευκτη μια νέα παρέμβαση, που η μορφή της αποτέλεσε ζήτημα πολιτικής επιλογής και που τελικά έγινε κάτω από ένα νέφος ιδεολογικών αντεγκλήσεων.
Η εξέταση του φαινομένου και η κριτική διερεύνηση της παρεμβατικής λύσης, που βρίσκεται σε εξέλιξη, είναι πολύπλοκο εγχείρημα. Η ύπαρξη παρόμοιων φαινομένων τόσο στην Ελλάδα σε παλαιότερες περιόδους, όσο και σε άλλες χώρες, οδήγησε στην ανάγκη για μια διαχρονική-ιστορική θεώρηση, καθώς και για μια συγκριτική αναφορά, σε διεθνές επίπεδο, των τύπων παρέμβασης. Η επιλογή της ίδρυσης κεντρικού φορέα ανασυγκρότησης επιχειρήσεων και η εφαρμογή του σχετικού Νόμου μέσα από πολιτικές και νομικές συγκρούσεις, καθώς και η σταδιακή προσαρμογή των στόχων της παρέμβασης σε βραχυχρόνιους μακροοικονομικούς περιορισμούς και σε άκαμπτες μικροοικονομικές πραγματικότητες, δημιούργησαν την ανάγκη για μια πολυδιάστατη προσέγγιση. Η αναζήτηση των αιτιών του φαινομένου, απαιτούσε έναν επιτυχή διαχωρισμό των συμπτωματικών από τα συστηματικά στοιχεία, που προδιέγραψαν ή επικαθόρισαν την πορεία των εταιρειών. Οι επιχειρηματικές συμπεριφορές είναι μια όψη με ιδιαίτερο μικροοικονομικό ενδιαφέρον, ενώ οι δυσμενείς εξελίξεις των μακρομεγεθών έχουν τη θέση και το ρόλο τους στο φαύλο κύκλο της προβληματικότητας. Η στάση και οι ευθύνες του χρηματοπιστωτικού συστήματος συμπληρώνουν μια εικόνα με πλαίσιο την έντονη διαπλοκή του πολιτικού με το οικονομικό επίπεδο.
Τα βασικά ερωτήματα που επιχειρήθηκε να απαντηθούν στην παρούσα εργασία είναι:
- Ποιο ήταν το πλαίσιο μέσα στο οποίο κινήθηκε και αναπτύχθηκε μετά τον πόλεμο ο δευτερογενής τομέας στην Ελλάδα;
- Πού στηριζόταν η χαμηλή σχέση ιδίων προς ξένα κεφάλαια των επιχειρήσεων και πώς ανατράπηκε η ισορροπία στην οποία στηριζόταν η πολύ υψηλή χρηματοοικονομική μόχλευση των επιχειρήσεων;
- Ποια ήταν τα χαρακτηριστικά της κρίσης που εκδηλώθηκε από τα μέσα της δεκαετίας του `70 και ποια τα αίτια που οδήγησαν στην προβληματικότητα πολλές μεγάλες ελληνικές επιχειρήσεις;
- Ποιος ήταν ο ρόλος και οι ευθύνες του χρηματοπιστωτικού συστήματος;
- Γιατί επιλέχτηκε η λύση της δημιουργίας κεντρικού φορέα εξυγίανσης και ποια ήταν η πορεία εφαρμογής της σχετικής ρύθμισης;
- Ποιες είναι οι ομοιότητες και οι διαφορές της τελευταίας κρίσης και της λύσης που δόθηκε, με παλαιότερες περιπτώσεις;
- Ποια είναι η διεθνής και κυρίως η Ευρωπαϊκή εμπειρία παρεμβατικών φορέων στη βιομηχανία;
- Ποια ήταν τα κοινά και ποια τα διαφοροποιητικά στοιχεία επιχειρηματικής στρατηγικής και συμπεριφοράς που συνέβαλαν στην προβληματικότητα; [...]
(από τον πρόλογο του βιβλίου)