Εκείνο το πρωινό η τάξη μας ήταν σιωπηλή. Άκουγες μέχρι και το πέταγμα της μύγας. Έπειτα, ξαφνικά ακούστηκαν βήματα στο διάδρομο, δυο τρία σιγανά ταπ ταπ. . . κι ύστερα τίποτα. Συνήθως οι δασκάλες μας περπατάνε γρήγορα, βιαστικά. Το άτομο, όμως, που κατευθυνόταν τώρα προς την τάξη μας έμοιαζε να έρχεται με την ησυχία του, λες και είχε βγει σεργιάνι. Η πόρτα άνοιξε και είδαμε μια περίεργη, ηλικιωμένη κυρία, πανύψηλη και κοκαλιάρα. Ήταν εκείνη, η δεσποινίς Σαρλότ, το «σκουπόξυλο». . . Η καινούρια μας δασκάλα, μια δασκάλα που δεν ήταν καθόλου σαν τις άλλες!
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]