Οι γενικές κλιματολογικές συνθήκες της χώρας μας -μεγάλη ηλιοφάνεια, υψηλότερες θερμοκρασίες από εκείνες των βορείων χωρών της Ε.Ε.- προσφέρονται περισσότερο για την ανάπτυξη παραγωγικών δυνατοτήτων στον τομέα της γεωργίας-κτηνοτροφίας. Ειδικότερα σε ό,τι αφορά την κτηνοτροφία, ο τομέας γάλακτος, από την Ομηρική εποχή, παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη διατροφή τον πληθυσμού παρά το γεγονός ότι οι συνθήκες μεταποίησης της πρώτης ύλης ήταν πολύ δύσκολες.
Μετά το Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο, στη χώρα μας το γάλα και τα γαλακτοκομικά προϊόντα παίρνουν ιδιαίτερη θέση ειδικά στη διατροφή των παιδιών με εισαγόμενο συμπυκνωμένο γάλα. Δημιουργείται, λοιπόν, η ανάγκη γενετικής βελτίωσης κυρίως των αγελάδων αλλά και δημιουργίας βιομηχανιών μεταποίησης. Τα αποτελέσματα είναι εντυπωσιακά κατά την προενταξιακή περίοδο αφού η εγχώρια παραγωγή ελαχιστοποιεί τις εισαγωγές και τα συνεταιριστικά εργοστάσια κυριαρχούν.
Οι συνθήκες όμως με την ένταξη το 1981 μεταβάλλονται με την κατάργηση των τελωνειακών εμποδίων -εισαγωγικά τέλη, δασμοί και φόροι- με αποτέλεσμα τα συνεταιριστικά εργοστάσια να αντιμετωπίζουν προβλήματα από τα εισαγόμενα σε ανταγωνιστικές τιμές γαλακτοκομικά προϊόντα.
Αποτέλεσμα, η κατανάλωση να αυξάνεται, όπως και οι εισαγωγές, για να ξεπεράσουν το 2004 το 1 εκατ. τόνους σε ισόποσο αγελαδινού γάλακτος έναντι 250 χιλ. τόνων την πενταετία πριν από την ένταξη. Ταυτόχρονα αναπτύχθηκε και η ιδιωτική βιομηχανία σε βαθμό που είναι σήμερα μία από τις μεγαλύτερες των τροφίμων στη χώρα μας.
Ανταγωνισμοί και οικονομικά συμφέροντα αλλά και η έλλειψη μακροχρόνιας αγροτικής πολιτικής με έμφαση στην κτηνοτροφία, αποτελούν μερικούς από τους παράγοντες που δημιουργούν τα προβλήματα τον κλάδου.
Στην εργασία μας αναλύονται ιστορικά η ελληνική παραγωγή, μεταποίηση και κατανάλωση πριν και μετά την ένταξη στην Ε.Ε. Τα οικονομικά στοιχεία που παραθέτουμε δίνουν τη δυνατότητα για προβληματισμούς σε κάθε ενδιαφερόμενο. [...]
(από τον πρόλογο των συγγραφέων)