[...] Στο ερώτημα γιατί σκοτώνουμε τους ίδιους μας τους εαυτούς σίγουρα δεν μπορούμε να απαντήσουμε επακριβώς, αν αυτό γίνεται δηλαδή γιατί γεννιόμαστε με αυτή την κατάρα ή αν οι συγκυρίες της ζωής μας οδηγούν στην αφαίρεση της. Ουσιαστικά, η έννοια της αυτοκτονίας στην ποίηση αναδύεται μέσα από το ερώτημα που ο ποιητής θέτει στον εαυτό του, σχετικά με τη βαθιά, εσωτερική του ταυτότητα. Το ερώτημα `ποιος είμαι;` μετατρέπεται αίφνης σε σκανδάλη στο πιστόλι της ποίησης. Οι αλλαγές στο μέτρο, στον ρυθμό, στο στυλ, η μετάβαση από γενιά σε γενιά, από τα κλασικά χρόνια στον μοντερνισμό και στον μεταμοντερνισμό, είναι σαφώς γεγονότα που επηρεάζουν την ταυτότητα του ποιητή μέσω του έργου που μας παραδίδει. Για καλλιτέχνες όμως απαιτητικούς, η Μούσα της Ποίησης γίνεται η Θηριώδης Μούσα ή το τέρας που παραφυλά στο σκοτεινό δάσος της συνείδησης, απειλώντας να επιτεθεί στον δημιουργό, όχι για να τον τιμωρήσει, αλλά για να επιβεβαιώσει την ύπαρξη του. Έτσι, θα μπορέσει να φανερωθεί σε αυτή την κατηγορία του πληθυσμού που διαβάζουν τους άλλους μισούς που γράφουν για την απογοήτευση, όπως έγραψε ο Kierkegaard.
`Η αυτοκτονία`, έγραψε ο Αλμπέρ Καμί, `προετοιμάζεται μέσα στη σιωπή της καρδιάς, καθώς είναι ένα μεγάλο έργο τέχνης`. Κάθε μεγάλο έργο τέχνης γεννιέται στη σπηλιά των σκοτεινών ανθρώπινων συναισθημάτων και αναπτύσσεται κάτω από συνθήκες που ισοδυναμούν με κάποιο είδος αυτοκτονίας. Για να παραγάγεις κάτι σπουδαίο, είναι ανάγκη να απολέσεις κάτι σπουδαίο. Αυτός είναι ο νόμος και αυτόν βιώνει κάθε αληθινός ποιητής.
Οι ποιητές που ανθολογούνται σε αυτό τον τόμο κατάφεραν να παραγάγουν σπουδαία ποίηση. Δεν χρειάστηκε να χρησιμοποιήσουν την αυτοκτονία τους ως όχημα υστεροφημίας, παρά μόνο το έργο τους, που επειδή ακριβώς απάντησε στο προσωπικό ερώτημα του `ποιος είμαι;` τους άφησε πένητες των λέξεων ανταλλάσσοντας αυτή την απάντηση με μια ιδεατή απελευθέρωση από τη ζωή.
[Απόσπασμα από το κείμενο του προλόγου]